Ιστορικά Στοιχεία του Ζεϊμπέκικου

Ιστορικά στοιχεία

Ο ζεϊμπέκικος χορός ή οι ζεϊμπέκικοι χοροί, είναι οικογένεια ρυθμών/χορών που πήραν το όνομά τους από μειονοτική ορεσίβια ομάδα των παραλίων της Μ. Ασίας, με μάλλον θρακοφρυγική καταγωγή (αν και υπάρχουν και άλλες θεωρίες) που αυτοαποκαλούνταν Ζεϋμπέκοι/Zeybekler, όνομα αβέβαιης ετυμολογίας, πιθανόν φρυγικής ετυμολογικής ρίζας. Μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923), οι Ζεϋμπέκοι έγιναν Τούρκοι πολίτες, όμως μέρος της πολιτιστικής τους, χορευτικής κυρίως κληρονομιάς, πέρασε στην ελληνική παράδοση, είτε γιατί προϋπήρχε σε ελληνικές περιοχές επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως η Λέσβος, η Σύρος και η Κύπρος, είτε γιατί μέσω δικτύων και πολιτισμικών επαφών μεταφέρθηκε  από την Μ. Ασία στην κυρίως Ελλάδα στα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα καθώς και στα λιμάνια, όπως ο Πειραιάς, η Πάτρα, το Ηράκλειο Κρήτης κυρίως μετά το 1922. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι ρυθμοί/χοροί που λέγονται ζεϊμπέκικα/zeybekler, παρότι έχουν κοινή καταγωγή, να αποκτήσουν τα τελευταία 100 χρόνια διαφορετικούς δρόμους. Από το γένος (των χορών αυτών) έχουμε πλέον διακριτότητα, δηλαδή σαφώς και ευκρινώς διαχωρίζεται ρυθμός, ρεπερτόριο, χορογραφία και έχουμε τον ‘αλά τούρκα’ και τον ‘αλά γκρέκα’ (ελληνικό) ζεϊμπέκικο. Ίσως ο μόνος κοινός ζεϊμπέκικος ρυθμός να είναι το λεγόμενο Απτάλικο ή  Kordon Zeybeği.

Οι χορευτικές παραδόσεις του ζεϊμπέκικου λοιπόν, είναι παλαιότατης καταγωγής και πανταχού παρών στο μικρασιατικό και μεταγενέστερα στο ρεμπέτικο και λαϊκό μουσικοχορευτικό ρεπερτόριο.Συνδεδεμένες με τις λαϊκές παραδόσεις των αστικών κέντρων, καθώς πριν μεταφερθούν σε αυτά προϋπάρχουν ως λαϊκοί παραδοσιακοί χοροί, ενταγμένοι στη χορευτική παράδοση τοπικών κοινωνιών στη Μ. Ασία, την Ελλάδα και την Τουρκία

Από χοροί της μειονοτικής ομάδας των Ζεϊμπέκηδων και των τοπικών κοινωνιών της Μ. Ασίας, γίνονται μία από τις κυριότερες εκφράσεις της αστικολαϊκής χορευτικής παράδοσης των αστικών της κέντρων καθώς και των αστικών κέντρων και μεγάλων λιμανιών της Ελλάδας. Από αντικριστοί χοροί δύο ατόμων που έφεραν οπλισμό, τεσσάρων ή περισσότερων ατόμων στη χορευτική διάταξη του κύκλου, όπως συναντάται μέχρι σήμερα στη χορευτική παράδοση τοπικών κοινοτήτων, μετασχηματίζεται και επικρατεί στα αστικά κέντρα ως μονήρης  αυτοσχεδιαστικός χορός, αρχικά περιθωριοποιημένος.  Μεταπολεμικά, μορφοποιείται ως ρυθμική και χορευτική έκφραση στα ποικίλα είδη της αστικολαϊκής μουσικής φτάνοντας έως σήμερα να είναι αποδεκτός από όλες τις κοινωνικές τάξεις πάνω στο ρυθμό του οποίου είναι τονισμένο μεγάλο μέρος της λαϊκής και της έντεχνης λαϊκής  μουσικής.

Διαφύλαξη/ανάδειξη του στοιχείου

Ο παραδοσιακός τρόπος εκμάθησης των ζεϊμπέκικων χορών είναι η προφορική παράδοση μέσω της μνήμης, της μίμησης και της επανάληψης στο πλαίσιο της κοινότητας, η οποία λειτουργεί ως προνομιακό πεδίο μύησης κάθε νεότερης γενιάς. Η απομνημόνευση μέσα από την καθημερινή συνεύρεση των νεότερων με τους παλαιότερους οργανοπαίκτες, τραγουδιστές και χορευτές στους πρωτογενείς χώρους επιτέλεσής του, χωρίς θεσμοθετημένη διαδικασία μάθησης, διατηρεί το μεγαλύτερο βάρος της μετάδοσής του. Πρόκειται για συνεχώς εξελισσόμενη βιωματική μάθηση που φέρνει τους νέους σε άμεση επαφή με όλα τα είδη του ζεϊμπέκικου χορού.

Ανάλογος τρόπος βιωματικής μύησης και προφορικής μετάδοσης παρατηρείται και στο πλαίσιο της αστικής κοινωνίας, εφόσον τόσο στους κόλπους της οικογένειας όσο και στα ποικίλα μαγαζιά με ανάλογο μουσικοχορευτικό ρεπερτόριο οι νεότερες γενιές μέσα από την παρατήρηση και τη χορευτική πράξη μυούνται στο συγκεκριμένο χορό, τον οποίον και αντιλαμβάνονται ως μορφή επικοινωνίας.

Ο αυτοσχεδιασμός στη χορευτική παράδοση του ζεϊμπέκικου, συνυφασμένος με την έμφυτη δημιουργικότητα του Έλληνα και την ανάγκη του να εκφραστεί, συνιστά χορευτική πρακτική που αναπτύσσεται και μεταδίδεται μέσω της προφορικής παράδοσης και της μίμησης. Ο χορευτής ως «επί τόπου» συνθέτης και, ταυτόχρονα, τελεστής, με τη δική του ξεχωριστή σύνθεση και τέλεση, αφήνει το προσωπικό του στίγμα κάθε στιγμή που χορεύει. Ωστόσο, παρά την παρορμητική αντίδραση, την προσωπική έκφραση και την ανάδυση της δημιουργικότητας, ο αυτοσχεδιασμός -όπως κάθε αυτοσχεδιασμός- βασίζεται σε συμβάσεις και «σιωπηρούς» κανόνες, προκειμένου αυτός να ανταποκρίνεται στο μουσικοχορευτικό ιδίωμα του ζεϊμπέκικου χορού όπως θεμελιώθηκαν στη μακραίωνη  μικρασιατική  και ελληνική χορευτική παράδοση.

Στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, οι  χορευτικές επιτελέσεις του ζεϊμπέκικου χορού κινούνται σε ευρύτερο πεδίο από αυτό της απλής διασκέδασης και επειδή επιτελούν ταυτόχρονα πολλές κοινωνικές λειτουργίες συνιστούν πολύσημη κοινωνική δράση. Η επισταμένη μελέτη τους μπορεί να φωτίσει π.χ. πλευρές της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, να αναδείξει κοινωνικές σχέσεις, ταυτότητες και συλλογικές πρακτικές, καθώς και τυχόν ομοιότητες ή διαφορές διαμόρφωσης κοινωνικών πραγματικοτήτων και πολιτισμικών αξιών στη σύγχρονη ελληνική πολυπολιτισμική κοινωνία.

Επιτόπια έρευνα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καταγραφή, φωτογράφιση, κινηματογράφηση, συγκρότηση και εμπλουτισμός συλλογών, ψηφιοποίηση, δημοσιεύσεις, βάσεις δεδομένων, συνιστούν μέτρα διαφύλαξης και ανάδειξης του στοιχείου στο μέλλον. Τα μέτρα διαφύλαξής του  μπορούν επίσης να εστιάσουν στη συλλογή εθνογραφικών δεδομένων μέσω των προφορικών αφηγήσεων  καθώς τόσο οι πληροφορητές που ζουν στις τοπικές κοινότητες όσο και αυτοί των αστικών κέντρων  (περιφέρειας και πρωτεύουσα) μπορούν να προσφέρουν ενδιαφέρον υλικό για πολλαπλές αναγνώσεις του χύ αφού οι μαρτυρίες τους μπορούν να λειτουργήσουν ως νέες πηγές της ιστορίας, του ρόλου και της σημασίας του χορού στη συγχρονία.

Η ρυθμική δομή του ζεϊμπέκικου χορού

Όλα τα είδη του ζεϊμπέκικου χορού -εκτός σπανίων τοπικών εξαιρέσεων- είναι δομημένα στο εννεάσημο μέτρο (σπανιότερα και δεκαοκτάσημο), το οποίο εξαιτίας της δυνατότητάς του για ποικίλους και πολύπλοκους εσωτερικούς συνδυασμούς των εννέα πρώτων χρόνων στο όριο του μέτρου καθώς και της ποικίλης χρονικής αγωγής που εμφανίζει κατά περίπτωση (αργή, μέτρια, γρήγορη), διαμορφώνει πληθώρα ρυθμικών συνδυασμών και χορευτικών μορφών.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι στο πλαίσιο του όποιου χορευτικού, ποιητικού ή μελωδικού μετασχηματισμού του χορού στη ροή του χρόνου, η δομή του ενεάσημου ρυθμού διατηρεί τη θεμελιακή της ταυτότητα και, παρά τις αλλαγές που γίνονται ή τους αστικοποιημένους ρυθμικούς μετασχηματισμούς στην πορεία του χρόνου, αναπαράγει και διαμορφώνει τα βασικά χαρακτηριστικά μιας ρυθμικής και χορευτικής φυσιογνωμίας που είναι μόνο δική του.

Η εκφραστική του δραστικότητα στηρίζεται σε σύνθετες δομές με δυναμικό χαρακτήρα που -σε πολύ μεγάλο βαθμό- οφείλονται στην ιδιαιτερότητα του μακρόσυρτου εννεάσημου ρυθμού και τις ποικίλες υποδιαιρέσεις του. Πρόκειται για ρυθμικά δομικά σχήματα που αντιστοιχούν στον αρχαίο επόγδοο τόνο (9:8) ή στη διαφορά του ημιόλιου16λόγου από τον επίτριτο λόγο (3/2:4/3=9/8),17 και δομούνται με βάση την τριαδική αναλογικότητα (αριθμητική, γεωμετρική και αρμονική) και τις ουσιώδεις αρχές του πρωτογενούς τριφυούς.

Οι καταβολές του εννεάσημου ρυθμού ανταποκρίνονται στην εξελίξιμη μορφή του δόχμιου στίχου, ποιητικού ρυθμού ευρύτατα χρησιμοποιούμενο σε χορικά μέρη τραγωδιών του Αισχύλου18 και του Ευριπίδη19 καθώς και στις προγενέστερες στιχουργικές μορφές των Αιολέων λυρικών ποιητών, όπως π.χ. της Σαπφούς και του Αλκαίου και μεταγενέστερα του Πίνδαρου και του Βακχυλίδη  (Τυροβολά, 1992:108; Τυροβολά, 2009:41).22 Προφανώς στην τεράστια ποικιλία μορφών που παρατηρείται στο δόχμιο -με τη δυνατότητα αναλύσεων, αντικαταστάσεων ή συμπτύξεων των πρώτων χρόνων κ.ά.- οφείλεται η πολυπλοκότητα του εννεάσημου μέτρου

Επίσης, τα εννεάσημα υπάγονται και στην κατηγορία των «λογαοιδικών» μέτρων, εξαιτίας του ότι παίρνουν μέρος στους έρρυθμους λόγους τόσο ως προς τη σύστασή τους όσο και ως προς τη χρήση τους.

Τα βασικότερα μέτρα που συναντώνται στο ζεϊμπέκικο χορό είναι τα 9/4 και τα 9/8. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις με ακραίες επιβραδύνσεις του βασικού ρυθμικού σχήματος και συνακόλουθα με πολλές υποδιαιρέσεις που τείνουν να γίνουν έως και δεκαοκτάσημα, όπως π.χ. ορισμένα ζεϊμπέκικα που ανήκουν στην κατηγορία του ‘καμηλιέρικου’ [π.χ.  ♪♩♪+♩♩+♪♩♪+♩♩♩ (2+2+2+3) ].

Ενώ, οι βασικότερες εξωτερικές ρυθμικές δομές που είναι δομημένα τα ποικίλα είδη του αντιστοιχούν στις παρακάτω υποδιαιρέσεις

(2+2+2+3), (2+3+2+2), (3+2+2+2),25 (2+2+3+2) με πολλές παραλλαγές.

Τέλος, ο ζεϊμπέκικος χορός χαρακτηρίζεται από κινητική ‘πολυρρυθμία’ ή ρυθμική ‘πολυκίνηση’, η οποία φέρεται ως ταυτόχρονη κινητική δράση όλων των μελών του σώματος, τα οποία υπακούουν σε διαφορετική χρήση των μετρικών μονάδων του ρυθμικού σχήματος στα όρια του ίδιου μουσικού μέτρου.Θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε ως ‘κινητική συνήχηση’ διαφορετικών ταυτόχρονων κινητικών αποδόσεων του ρυθμού από τα διάφορα μέλη του σώματος. Τα κοινά χαρακτηριστικά όλων των ειδών και μορφών του ζεϊμπέκικου χορού είναι ο αυτοσχεδιασμός, οι περίτεχνες χορευτικές κινήσεις και η ρυθμική ‘πολυκίνηση’ όλων των μελών του σώματος.

WordPress Lightbox